- ὑπεραγωνίζομαι
- ὑπεραγωνίζομαιfight forpres ind mp 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υπεραγωνίζομαι — ΜΑ αγωνίζομαι για να υπερασπίσω κάποιον ή κάτι (α. «ὑπερηγωνίζοντο αὐτοῡ καὶ μεταστάντος», Αππ. β. «τῶν ἀποστολικῶν ὑπεραγωνιζόμενοι δογμάτων», Θεοδώρ.) … Dictionary of Greek
ὑπεραγωνιζομένων — ὑπεραγωνίζομαι fight for pres part mp fem gen pl ὑπεραγωνίζομαι fight for pres part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπεραγωνίσομαι — ὑπεραγωνίζομαι fight for aor subj mp 1st sg (epic) ὑπεραγωνίζομαι fight for fut ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπεραγωνιζομένου — ὑπεραγωνίζομαι fight for pres part mp masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπεραγωνιζομένους — ὑπεραγωνίζομαι fight for pres part mp masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπεραγωνιζέσθω — ὑπεραγωνίζομαι fight for pres imperat mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπεραγωνιζόμενοι — ὑπεραγωνίζομαι fight for pres part mp masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπεραγωνιζόμενος — ὑπεραγωνίζομαι fight for pres part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπεραγωνιοῦμαι — ὑπεραγωνίζομαι fight for fut ind mp 1st sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπεραγωνισαμένου — ὑπεραγωνίζομαι fight for aor part mp masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)